Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2015

ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΕΣ



ΜΙΑ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΑΝΑΖΗΤΗΣΕΩΝ, ΜΙΚΡΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΤΥΠΩΝ ΚΑΙ ΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΩΝ



Για τη χαρακτική της γενιάς που έρχεται στον κόσμο μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο μια ιδιαίτερη περίπτωση έχουμε με τη χαρακτική του Γιάννη Γουρζή. Ενός δημιουργού που διακρίνεται πάντα για τη μεθοδική και αθόρυβη εργασία του και που πολύ νωρίς κατορθώνει να φθάσει σε μια καθαρά προσωπική εκφραστική γλώσσα. Σε μια χαρακτική που διακρίνεται για την οξύτητα και ποιότητα του σχεδίου του και την επιβολή μικρογραφικών τύπων, την ασφάλεια και σαφήνεια της σύνθεσης του και τον ποιοτικό χαρακτήρα των διατυπώσεών του. Γιατί ό,τι διαπιστώνει εύκολα ο μελετητής είναι ότι ο Γουρζής με αφετηρία πάντα την οπτική πραγματικότητα κατορθώνει όχι μόνο να μας δίνει την ποίηση του κοινού και του γνωστού, αλλά και να πλουτίζει και με κάνε άλλης κατηγορίας εκφραστικές προεκτάσεις τη χαρακτική του. Πρόκειται ουσιαστικά για μια ποιοτική μεταμόρφωση της αντικειμενικής πραγματικότητας που επειδή ακριβώς μεταφέρει σε μικρογραφικούς τύπους, κερδίζει εντελώς άλλες διαστάσεις, εσωτερικότητα και μια περισσότερο λυρική φωνή.

Βασικά χαρακτηριστικά της χαρακτικής του, ξυλογραφίας - σε όρθιο ξύλο και χαλκογραφίας με καλέμι και τη λεγόμενη μαύρη τεχνική - είναι η εργασία του σε πολύ μικρές επιφάνειες, δηλαδή η καθαρά μικρογραφική. Επίσης είναι η οξύτητα και η ποιότητα της γραμμής του και ο χαρακτήρας του χώρου του. Το μορφο-πλαστικό του λεξιλόγιο έχει ως αφετηρία τις ρεαλιστικές αξίες αλλά δεν περιορίζεται ποτέ στην απλή εξωτερική απόδοση των θεμάτων του, αποβλέπει και κατορθώνει να δίνει και κάτι από το εσωτερικό περιεχόμενό τους. Η θεματογραφία του δεν περιορίζεται σε καμία συγκεκριμένη περιοχή, στρέφεται σε όλες, αλλά η ιδιαίτερη προτίμησή του σχετίζεται με ό,τι έχει σχέση με τον άνθρωπο και τον ψυχικό του χώρο.                                                 

Ο Γουρζής είναι μικρογράφος επειδή πιστεύει ότι μπορεί να αιχμαλωτίσει στο πολύ μικρό και το πολύ μεγάλο, αφού δεν αποβλέπει να δώσει την εξωτερική αλλά την εσωτερική του διάσταση. Όπως γράφει ο ίδιος “μόνιμα με γοητεύει η προσπάθεια να χωρέσω το μεγάλο στο μικρό και να μπορέσει να γίνει το μικρό μεγάλο”, κάτι που αναμφίβολα το κατορθώνει. Έτσι σε χαρακτικές του προσ-πάθειες, χαρακτικά που δεν ξεπερνούν σε διαστάσεις τα γραμματόσημα, κατορθώνει να δίνει -και μάλιστα- με θαυμάσιο τρόπο κόσμους όλοκληρους, συναντήσεις του με τις ανησυχίες του παρόντος και αναφορές του στο παρελθόν.



............ τις εξαιρετικές δυνατότητες της χαρακτικής του Γουρζή, τις διαπιστώνει κανείς και σε όλες τις άλλες προσπάθειές του, όπως στις θαυμάσιες καλαμιές με τα ανώριμα ακόμη στάχυα ή το εσωτερικό με βάζο λουλούδια, πουλιά και ήλιο. Πρόκειται για έργα πραγματικά αριστουργήματα και όχι μόνο της ελληνικής αλλά της παγκόσμιας χαρακτικής μικρογραφίας. Σ’ αυτά όπως και στα άλλα εσωτερικά του με τις φτερωτές σφαίρες και το σουρεαλιστικό περισσότερο   μορφοπλαστικό λεξιλόγιο κατορθώνει να μας αποκαλύπτει νέα χαρακτηριστικά του κόσμου.

Πραγματικά αριστουργήματα της μικρογραφικής χαρακτικής μας δίνει η όλη εργασία του Γουρζή - χαλκογραφία και ξυλογραφία που διακρίνεται για την πηγαιότητα της έμπνευσης και τη γνησιότητα της απόδοσης, την τεχνική πληρότητα και την εκφραστική δύναμή της. Σε χαρακτήρα που η ποιότητα της γραμμής συναγωνίζεται τη σαφήνεια και την εσωτερικότητα των μορφών, την αμεσότητα και το χαρακτήρα του χώρου. Μάλιστα η ιδιαίτερη απασχόληση και η αγάπη του Γουρζή για τη μικρογραφία τον κάνει έναν από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της κατηγορίας αυτής της χαρακτικής, σε παγκόσμια κλίμακα. Με εργασίες που χωρίς καμιά αμφιβολία του ασφαλίζουν μια καθοριστική θέση στη σύγχρονη χαρακτική. Αλλά ακόμη οι προσπάθειές του με την τεχνική τελειότητα και την εσωτερικής τους ειλικρίνεια, την ποιότητα των διατυπώσεών τους και την εκφραστική τους αλήθεια, αποκτούν και ένα καθαρά διαχρονικό περιεχόμενο.





ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ ΧΡΗΣΤΟΥ

καθηγητής της ιστορίας της τέχνης

στο Πανεπιστήμιο Αθηνών - Ακαδημαϊκός







                                       ΓΙΑΝΝΗΣ Π. ΓΟΥΡΖΗΣ
Πολιορκημένος ο σύγχρονος φιλότεχνος από πλήθος,αμφισ- βητούμενης γνησιότητας, αναπαραγωγές και αντίγραφα, από παράγωγα δηλαδή ποικίλων μηχανικών - τεχνολογικών μεθόδων, που με μεγάλη ευκολία, παραπλανητικά ονομάζονται χαρακτικά, είναι θύμα περισσότερο παρά ευνοούμενος, αποδέκτης των παροχών του πολιτισμού μας που δικαιολογημένα χαρακτηρίσθηκε ως “πολιτισμός της εικόνας”. Κάθε φορά όμως που έρχεται σε επαφή με το έργο του χαράκτη Γιάννη Γουρζή, βρίσκεται σε μια πραγματική όαση διότι οι αισθήσεις του εμποτίζονται με το είδος της χαράς και της ανάτασης που μόνο το γνήσιο έργο τέχνης προσφέρει καθώς ισάξια συνδυάζει ενόραση και φαντασία, σύλληψη και εκτέλεση, δημιουργία και δεξιοτεχνία.

 Ο θεματολογικός και υφολογικός πλούτος της δουλειάς του υποχρεώνει σε μεθοδική κατάταξη και εξέταση της κατά ενότητες και περιόδους, που όμως δεν είναι του παρόντος. Μια συνοπτική αναφορά στα βασικά στοιχεία που συνιστούν την ιδιαιτερότητα της έκφρασης του και την ποιότητα της, είναι πιο πρόσφορη.

Πρωταρχικά διαπιστώνεται ότι πέρα από το γεγονός ότι με τις εργασίες του αποκαθιστά την έννοια της χαρακτικής ως αυτόνομο και γνήσιο καλλιτεχνικό τομέα, ο Γουρζής κατορθώνει να μας υποβάλλει την αισθητική απόσταση, από την οποία διέπεται ο ίδιος ως δημιουργός με αποτέλεσμα “να διευκολύνεται η προοπτική του πνεύματος που αφαιρεί τα επουσιώδη για να εξάρει το ουσιώδες”. Ο διαχρονικός χαρακτήρας του έργου του που συμπυκνώνει κατακτήσεις από την μεσαιωνική ευρωπαϊκή χαρακτική έως αυτές των μεγάλων Ελλήνων χαρακτών Κεφαλληνό, Γαλάνη, Τάσο, οφείλεται στο ότι ¨η μνήμη έχει γίνει βίωση αισθητική” επειδή έχει συνεργασθεί με τη δημιουργική φαντασία. Έτσι γνωστά μοτίβα, αρχέγονα σύμβολα, όψεις της πραγματικότητας - από το δένδρο της γνώσης, τις γοργόνες, το φίδι, το περιστέρι, έως τα χαρακωμένα ελληνικά πρόσωπα, τα ερωτικά, τις θάλασσες και τα σύγχρονα αστικά τοπία - όλα παρουσιάζονται ανανεωμένα, ενεργοποιημένα από τον προσωπικό του δυναμισμό. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στα δένδρα του, στον τρόπο που υπάρχουν από μόνα τους ή που παρεμβαίνουν στα βιομηχανικά, αστικά τοπία, υπενθυμίζοντας μας το μεγάλο ξεχασμένο δάσκαλο του ανθρώπου, τη φύση. Η ματιέρα τους, η παραμυθένια μαγεία τους, η μοναξιά τους, αποκαλύπτουν έναν σύγχρονο ρομαντισμό που γνωρίζει όμως ταυτόχρονα να σαρκάζει. Η βασανιστική επιμέλεια της εκτέλεσης που δεν ξιπάζεται αλλά αποτελεί αναπόσπαστο στοιχεία της φυσικότητας των έργων του Γουρζή και η υπέρβαση αυτής της φυσικότητας, ως νοηματικό περιεχόμενο, μεταφυσικό πλέον, είναι άλλοι δυο άξονες προσέγγισης τους. Τέλος, τα σχέδια του με την εύχημη, αφαιρετική, αυθόρμητη γραφή τους ανοίγουν νέους ορίζοντες όταν η συνομιλία του πειθαρχημένου με το άλογο καθιερώνεται.





Κάτια Κιλεσοπούλου

Ιστορικός Τέχνης

Έφορος Δημοτικής Πινακοθήκης Θεσσαλονίκης









Σε μια εποχή παγίδευσης της τέχνης στις συμπληγάδες τεχνολογικών επινοήσεων, στείρας ή και διευρυμένης αναβίωσης καθιερωμένων ή ψευδοπρωτοποριακών προβληματισμών και τρόπων έκφρασης, οι εργασίες του Γιάννη Γουρζή μας προσφέρονται ως πεδίο άσκησης της αισθαντικότητάς μας. Μας ταξιδεύουν σε κόσμους όπου το υλικό με το πνευματικό αναζητούν τη συνισταμένη τους.
Έχοντας κατακτήσει από νωρίς τα ιδιόμορφης δυσκολίας εκφραστικά μέσα της χαρακτικής, ο Γουρζής, φέροντας τις αρετές αλλά όχι και τις εμμονές της παράδοσης και συνδυάζοντας τις με τις προσωπικές ενορατικές επιδιώξεις του, αποτελεί ένα καλλιτέχνη διακεκριμένο -όπως άλλωστε επιβεβαιώνουν οι συμμετοχές και βραβεύσεις του σε διεθνείς οργανώσεις Σύγχρονης Χαρακτικής, με εξέχουσα θέση στον τομέα της μικρογραφίας.
Μέσα από τη χρήση ποικίλης θεματολογίας - ολόσωμο γυμνό, κυρίως γυναικείο, ερωτικά συμπλέγματα, κεφάλια, τοπία, νεκρές φύσεις κ.ά. - αναπλάθει και επανεργοποιεί σύμβολα-μοτίβα που διαχρονικά δονούν την ανθρώπινη συνείδηση. Δεν είναι απλώς η φρέσκια οπτική του που ζωντανεύει τις φόρμες, αλλά το κάλεσμα συμμετοχής μας που προκύπτει στα έργα του από το συνδυασμό αντιθέτων τα οποία μαρτυρούν γνώση της ανθρώπινης φύσης, ανάγκη όσο το δυνατόν συνολικότερης προσέγγισης της.
Πειθαρχημένη και αυθόρμητη έκφραση, αμεσότητα και υπαινικτικότητα, σαφήνεια και ονειρική ρευστότητα είναι οι καρποί που αποκομίζουμε μέσα από το επιδέξιο συνταίριασμα μορφής-περιεχομένου. τεχνικής και νοηματικής συμπύκνωσης.
Καθώς η έμφαση τα τελευταία τρία χρόνια δίνεται σε ορισμένα θέματα, παρατηρούμε ία κύρια χαρακτηριστικά τρόπου προσέγγισης τους. Γνήσιος αναδεύεται ο ερωτισμός στις γυναικείες μορφές του και τα ζεύγη μέσα από χειρονομιακά "άναρχη" γραφή. Καθισμένες, συνήθως κατενώπιον του θεατή ή ανοκεκλιμένες οι γυναίκες του πλάθονται από γραμμές απέριττες όπου τα διάκενα λειτουργούν με τον πιό εύγλωττο τρόπο. Η συνεχής μαύρη γραμμή που άλλοτε με ακρίβεια και λιτότητα οριοθετεί κι άλλοτε με την εύχυμη πλαστικότητα της αντιπαλεύει γνωστές οπτικές συμβάσεις, είναι το κύριο μέσο του.
Τα Δένδρα κυριαρχούν σε σειρά πρόσφατων έργων του δημιουργώντας δύο κατηγορίες: είναι αυτά που απογυμνωμένα, με την αιχμηρή καθετότητά τους ταυτίζονται με την υπαρξιακή μοναξιά και τα θαλερά, "παραμυθένια" που είτε μόνα τους, είτε
ενταγμένα σε τοπία επιβάλλουν την παρουσία τους. Φωτισμένα υποβλητικά, τοποθετημένα έκκεντρα, με φυλλώματα που λες και σαλεύουν, αποκτούν την πραγματική τους διάσταση, των όντων της Μεγάλης Φύσης που μάταια και σιωπηλά μας στέλνουν τα μηνύματα τους.
Μια άλλη ενότητα έργων του είναι τα "μεταφυσικά" τοπία. Νυχτερινά στην πλειονότητα τους, αναδεικνύουν τα λίγα στοιχεία της σύνθεσης σε σύμβολα αρχετυπικά -κλίμακα, φεγγάρι, δένδρο, σφαίρα, πολύεδρα, γη, αέρας, θάλασσα- επιδεκτά κάθε ερμηνευτικής απόπειρας. Στα έργα με τους μεγαλιθικούς όγκους, η δομή, βασισμένη στις παθητικές και ενεργητικές ιδιότητες των οριζοντίων και κάθετων δυνάμεων- επίπεδη γη. στενή λωρίδα ορίζοντα, ντόλμεν - διαπνέεται από ατμόσφαιρα μυστηριακή. Σ' ένα σύθαμπο αιχμαλωτίζεται, από χρονική και ψυχολογική άποψη, μια κατάσταση μεταιχμίου. Αξιοθαύμαστη είναι η τεχνική σύντηξης του άσπρου-μαύρου, δημιουργίας φωτός. Ένα φως που μόνον ο χώρος της τέχνης μας χαρίζει.
Διηγηματικότητα χαρακτηρίζει συχνά τις γοργόνες και τα θαλασσινά θέματα. Δημιουργείται η τάση να αποζητάς όλο και περισσότερες παραλλαγές τους, ψάχνοντας το μίτο του μύθου, καθώς υφολογικά και νοηματικά συμπυκνώνονται όσα μας έχει ψιθυρίσει η παράδοση.
Από την τυπολογία της παράδοσης αντλεί ο καλλιτέχνης κι όταν δουλεύει κεφάλια, πορτρέτα γυναικεία και ανδρικά, φανταστικά ή υπαρκτά. Διαγράφει αδρά και με ακρίβεια τα χαρακτηριστικά αφήνοντας την περιοχή των ματιών για προσωπική παρέμβαση. Οι νεκρές φύσεις και οι επιτραπέζιες συνθέσεις αντιμετωπίζονται με ποικιλία τρόπων που κυμαίνονται από ίοβερισμό έως την αφαίρεση. 0 καλλιτέχνης δείχνει εξίσου ενθουσιωδώς να μοχθεί για την απόδοση της βελούδινης υφής ενός φρούτου αλλά και την αναγωγή ενός βάζου σε γεωμετρικό παιχνίδι.
Ένα χαρακτικό έργο δεν μπορεί παρά με την αισθητική του παρουσία -μάλλον εξ αιτίας της- να αναδύει τη "μυρωδιά" του εργαστηρίου, να εξάπτει τη φαντασία μας με ερωτήματα για τη μέθοδο δημιουργίας-παραγωγής. για την κατεξοχήν χειροποίητη διαδικασία. Διότι μέσα από αυτή τη διαδικασία, που προϋποθέτει γνώση της ύλης, σεβασμό και αγάπη προς το ξύλο, το
μέταλλο, την πέτρα, την αίσθηση της αντίστασης και δεκτικότητας του υλικού, την αλληλεπίδραση ανθρώπινης επέμβασης δυναμισμού ύλης, προκύπτει το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα που ως έργο τέχνης μας ανοίγει νέους κόσμους.
Ένα τμήμα αυτής της μεταμορφωτικής καλλιτεχνικής ενέργειας μπορούμε να κατανοήσουμε καλύτερα παρατηρώντας τις μήτρες των έργων του Γουρζή, τα χαράγματα του σε ποικίλα υλικά αλλά και παρακολουθώντας τις επεξηγήσεις του ίδιου για τις μεθόδους δημιουργίας των χαρακτικών, χρησιμότατες τώρα που πλέον τα όρια μεταξύ τεχνικών και εικαστικών τομέων έχουν καταργηθεί.

 ΚΑΤΙΑ ΚΙΛΕΣ0Π0ΥΛΟΥ
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ



Ο Γιάννης Γουρζής ανανεώνει την χαρακτική ξανακοιτώντας την παράδο-
ση. Ο καλλιτέχνης επιστρέφει σ' αυτήν την παράδοση γιατί θεωρεί πως
μόνο η βαθύτερη γνώση της τεχνικής θα δώσει και το ανάλογο αισθητικό
αποτέλεσμα στο έργο. Σαι ζωγραφική ήταν ο Φώτης Κόντογλου που προ-
σπάθησε να ανανεώσει το ελληνικό μοντέρνο ξαναγυρίζοντας στις ρίζες
του. Μαθαίνοντας την τεχνική του φρέσκο από παλιούς μαστόρους θέλησε
να ξανάφερει στο φως μια παράδοση αιώνων που ξεχάστηκε με την έλευση
της ελαιογραφίας. Μια ανάλογη «κίνηση προς τα πίσω» που ανανεώνει
ταυτόχρονα και το παρόν της χαρακτικής επιτυγχάνει ο Γουρζής. Μαθητής
του Γραμματόπουλου δεν συνεχίζει το δρόμο που χάραζε ο δάσκαλος του.
Αντίθετα επιστρέφει πίσω στον Κεφαλληνό, τον Γαλάνη κι από κει στον
Ν. Φέρμπο και άλλους.[...] Η τέχνη του έχει συγκεκριμένους άξονες, την
ξυλογραφία όπου εργάζεται πάνω σε όρθιο ξύλο, τη χαλκογραφία με καλέ-
μι και αυτό που ονομάζουμε μαύρη τεχνική. Μάλιστα οι τεχνικές αυτές
χρησιμοποιούνται πλέον ελάχιστα, όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και διε-
θνώς. Ελάχιστοι είναι για παράδειγμα αυτοί που ασχολούνται σήμερα με
την ξυλογραφία πάνω σε όρθιο ξύλο.[...] Στα θέματα του συνυπάρχουν οι
ρεαλιστικές αξίες αλλά και μεταφυσικά τοπία, νυχτερινά καθώς και κάποια
αρχέτυπα σύμβολα Μέσα από την τεχνική σύντηξης του μαύρου-άσπρου
αναδύεται στο έργο του το φως. Μέσα από το φως δημιουργείται στη συνέ-
χεια και η ατμόσφαιρα του έργου καθώς και το εσωτερικό περιεχόμενο
του.[...] Τα έργα του είναι μικρογραφίες, ο ίδιος συνηθίζει να σημειώνει
πως «μόνιμα με γοήτευε η προσπάθεια να χωρέσω το μεγάλο στο μικρό
και να μπόρεσα να γίνει το μικρό μεγάλο» Καλεί δηλαδή το θεατή να παρα-
τηρήσει την πλευρά εκείνη των πραγμάτων την οποία συνήθως προσπερ-
νάμε. Η ανάδειξη της αθέατης πλευράς μετατρέπεται σε στόχο.[...]

Παπαδόπουλος Παν.
Διδάκτωρ Φιλοσοφίας Κριτικός Τέχνης



Η ΕΙΚΟΝΑ ΩΣ ΠΟΡΘΜΟΣ ΤΟΥ ΒΛΕΜΜΑΤΟΣ
Η τεχνογνωσία δεν είναι απλώς η γνώση της τεχνικής. Είναι συνειδητή επιλογή των μέσων έκφρασης, του τρόπου χρήσης τους, των ιδιαιτεροτήτων που προσφέρουν, της συμπεριφοράς, τέλος, που υπαγορεύουν. Το καλλιτεχνικό ιδίωμα διαμορφώνεται όχι μόνον από την άποψη η οποία διατυπώνεται, αλλά και από τις αρθρώσεις του έργου που εξεικονίζουν εκτός από τα χαρακτηριστικά της μορφής, τη διαδικασία μέσα οπό την οποία αυτή αναπαριστά ή υπαινίσσεται τη θέση του καλλιτέχνη απέναντι στα προβλήματα της ζωής.
Ο Γιάννης Γουρζής είναι ένας χαράκτης που ζωγραφίζει με τα αιχμηρά του εργαλεία την επιφάνεια του, δαμάζοντας και τις λεπτότερες ιδιομορφίες της, χωρίς να καταργεί, αλλά αντίθετα αξιοποιώντας τα χαρακτηριστικά τους. Μέσο οπό τον τρόπο που
διαπραγματεύεται τη δομή της φόρμας, τα επίπεδα των αναβαθμών της, τις διαλεκτικές της σχέσεις με το χώρο και το φως, εμφανίζει τις δυνατότητες μιας εκπληκτικής τεχνογνωστικής ευχέρειας που διαθέτει, χρησιμοποιώντας στοχαστικά τα ποικίλματά της. όπου οι συνθετικές του αρχές το απαιτούν. Το υλικό του συνήθως το επεξεργάζεται μικρογραφικά, αποδίδοντας και τις παραμικρόιερες λεπτομέρειες των θεμάτων του, όχι για να αποδείξει τις ικανότητες του. που είναι αδιαμφισβήτητες, αλλά για να προσηλώσει το βλέμμα σ' ό,τι συνήθως λανθάνει της προσοχής. Θέματα της καθημερινότητας με ρεαλιστικό, συμβολικό, αλληγορικό και κάποτε αινιγματικό περιεχόμενο, αποκτούν μια διάσταση μνημείωσης του εφήμερου, καταργώντας το χρόνο της φθοράς και της αλλοτρίωσης.
Το ενδιαφέρον του χαράκτη δεν είναι τόσο η αναπαραστατική ευκρίνεια που επιδιώκει, όσο η χρησιμοποίηση της ασκητικής της διαδικασίας για την εξιχνίαση μιας αλήθειας που υπόκειται των ορωμένων. Ο τρόπος διακρίβωσης της αισθαντικότητας και της αυτοτέλειας της φόρμας επικεντρώνεται στη στοιχειοθέτηση των ανεπαίσθητων φυσιογνωστικών παραλλαγών της. οι οποίες προετοιμάζονται κατάλληλα, έτσι ώστε να δεχθούν συναρτώμενα ορισμένα υπερεαλιστικά γνωρίσματα που με οικονομία τα εμφανίζει ο Γ. Γουρζής. Γιατί εκείνο που επιδιώκει είναι να υποβάλει την έννοια του χώρου, ανοίγοντας θυρώματα στη σύνθεση
(συμβολικά και μορφολογικά), τα οποία ταυτίζονται με τη διείσδυση του βλέμματος (όπως την επιβάλλει η τεχνοτροπία του), προκειμένου να εξερευνηθεί το κρυμμένο επίπεδο των σημασιών, αλλά και της ουσίας του επιστητού.
Είτε τη μέθοδο της ξυλογραφίας είτε της χαλκογραφίας είτε της λιθογραφίας χρησιμοποιεί ο Γ. Γουρζής, μέσα από το αλφάβητο της διαδικασίας και των ιδιαιτεροτήτων του τυπώματος, επιλέγεται κυρίως η επιδιωκόμενη υφολογία και ο χαρακτήρας που θέλει ο καλλιτέχνης αυτός να μεταβιβάσει στη σύνθεση. Μεγεθύνοντας σμικρύνει τα μεγέθη κι αντίθετα σμικρύνοντας μεγεθύνει το
μικρόκοσμο των ψιθύρων τους. Διαστρωματώνει, σαν τον Βυζαντινό αγιογράφο, τα επίπεδα τους, επενδύοντας αισθητικά και σημασιολογικά τις μορφές του, καθώς αυτές στο βλέμμα που τις διαπερνά, χωρίς να τις διαβρώνει, απελευθερώνουν μια
πάλλουσα εσωτερικότητα που ισορροπεί ρυθμοτεχνικά και δομοκατασκευαστικά στο χώρο. Γιατί αυτό είναι το βασικό ζητούμενο στον Γιάννη Γουρζή. Να αποτυπώσει τη συνάλληλη εικαστική ανάπλαση χώρου και μορφών, μέσα από μια διελκυστίνδα ιχνοθεσιών και καταθέσεων, που την αληθοφάνεια τη μετατρέπουν σε ψευδαίσθηση και την ορατή πραγματικότητα σε μια τελετουργική περιπέτεια. Μια περιπέτεια που ο ορίζοντας της διαρκώς επιμηκύνεται, διατηρώντας στο βάθος όλο το μυστήριο που τη διατηρεί ζωντανή κι ανεξόφλητη.

ΑΘΗΝΑ ΣΧΙΝΑ





Βλέποντας τις θαυμάσιες μικροσκοπικές ξυλογραφίες και χαλκογραφίες του Γιάννη Γουρζή έχεις την ψευδαίσθηση ότι βρίσκεσαι μπροστά σε δημιουργίες που η δύναμη τους βγαίνει από τις διαστάσεις δεκαπλάσιων σε μέγεθος έργων, που φαίνονται σαν μέσα από σμικρυντικό φακό τοποθετημένο, όμως. στα μάτια του θεατή. Ετσι. η διεργασία από το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα έχει διαστάσεις που βρίσκονται στα πλαίσια των φυσιολογικών μεγεθών.
Ο κόσμος του Γιάννη Γουρζή έχει καταβολές και αποκλειστικό χώρο δράσης τα θέματα της εικαστικής ελληνικότητας στη διαχρονική της έκταση. Και είναι αξιοθαύμαστο ότι ένα τέτοιο γεγονός, που απαιτεί τουλάχιστον άπλετο χώρο και φως. Κατορθώνει να λειτουργεί απρόσκοπτα με όλες τις καλλιτεχνικές παραμέτρους, περνώντας από το αδήριτο φίλτρο της οπτικής σμίκρυνσης. Οι εμφανείς επιδράσεις, που περνάνε στο έργο του, έχουν τη σφραγίδα ερμηνείας τόσων θεμάτων στα οποία αναφέρεται. Βυζαντινά, θέματα καθημερινής ζωής. τοπία, νεκρές φύσεις, ακόμη και έργα μνημειακού χαρακτήρα αποδίδονται μέσα από μια άλλη ματιά, που προβάλλει τη φρεσκάδα ενός διαφορετικού οπτικού πεδίου. Ένας μικρογραφικός ζωγραφικός κόσμος, όπως αυτός που περνάει στα γραμματόσημα ή τα νομίσματα και τα μετάλλια. Πάνω απ' όλα. όμως, τα ερωτικά συγκεντρώνουν τη δύναμη που συνιστά την ιδιοτυπία στη δουλειά του καλλιτέχνη.

Βιβή Βασιλοπούλου



 

 

 

Ανέκδοτοι Χαρακτικοί Διάλογοι: 10. Γιάννης Γουρζής (1953): το υλικό, η τεχνική και η εικόνα

ΠΕΜΠΤΗ, 03 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2011 12:31 Εμμανουήλ Μαυρομμάτης
http://artnews.gr/images/stories/giannis031.jpg
του Εμμανουήλ Μαυρομμάτη *
Ο δέκατος διάλογος αυτής της σειράς παρουσιάζει έναν από τους σημαντικότερους νεότερους Έλληνες χαράκτες, τον Γιάννη Γουρζή, επίκουρο καθηγητή της χαρακτικής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, του οποίου το έργο χαρακτηρίζεται από την ευρύτητα των πραγματοποιήσεών του, τόσο στην περιοχή των εκδόσεων και των ενσωματώσεων εργασιών στην αρχιτεκτονική, όσο και από την ευρύτητα των τεχνικών που χρησιμοποίησε, σε άμεση συνάρτηση με τα απεικονιζόμενα θέματα και τις ιδέες τους.
Θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι το έργο του χαρακτηρίζεται από την αναζήτηση μιας λειτουργικής αναγκαιότητας, η οποία εκφράζεται από την ανταπόκριση των κοινωνικών θεμάτων που τον απασχολούν σε ανάλογες και στις πιο κατάλληλες τεχνικές, ώστε και η αντιστοιχία της τεχνικής και της ιδέας να είναι στην πράξη η έμμονη ιδέα του έργου του. Ο Γιάννης Γουρζής έχει παρουσιάσει ένα μεγάλο αριθμό από ατομικές εκθέσεις και έχει συμμετάσχει περίπου σε όλους τους γνωστούς διεθνείς θεσμούς ανάπτυξης και διάδοσης της σύγχρονης ευρωπαϊκής χαρακτικής. Η συνομιλία που έγινε με το χαράκτη και της οποίας δημοσιεύονται αποσπάσματα στα Νέα της Τέχνης, θα δημοσιευθεί ολόκληρη στο προσεχές βιβλίο που ετοιμάζει ο συγγραφέας αυτού του κειμένου, με αντικείμενο την ανάδειξη από τους ίδιους τους σύγχρονους Έλληνες χαράκτες των καθεαυτών ιδεών τους, ως την πρώτη βάση ενός συστηματικού αρχείου δεδομένων, στοιχείων, πληροφοριών, μαρτυριών και δηλώσεων της σύγχρονης ελληνικής χαρακτικής. Υπενθυμίζεται ότι μέχρι στιγμής έχουν δημοσιευθεί στα Νέα της Τέχνης διάλογοι του συγγραφέα με τον Τάσσο, τον Κώστα Γραμματόπουλο, τον Γιάννη Παπαδάκη, την Τζένη Μαρκάκη, την Άρια Κομιανού, τη Ρένα Ανούση, τον Νίκο Δεσεκόπουλο, τον Γιώργη Βαρλάμο και τη Βίκυ Τσαλαματά.
Εμμανουήλ Μαυρομμάτης: Πρώτη ερώτηση: ποιες ήταν οι σπουδές σας;
Γιάννης Γουρζής: […] Έκανα σχέδιο με τον Κώστα Ηλιάδη, προκειμένου να δώσω (εννοεί: εξετάσεις) στην αρχιτεκτονική. Στην αρχιτεκτονική δεν κατάφερα να περάσω […] και έτσι κρυφά έδωσα στη Σχολή Καλών Τεχνών. Κι αυτό, γιατί δεν ήθελαν ο πατέρας μου και η μάνα μου, -(εννοεί:θεωρούσαν ότι) δε θα είχα προκοπή. Προτού όμως περάσω από τη Σχολή Καλών Τεχνών, έκανα ταυτόχρονα σπουδές γραφικών τεχνών σε διάφορα ιδρύματα, είχα περάσει στα ΤΕΙ γραφικές τέχνες, είχα δηλαδή ασχοληθεί με τα θέματα που αφορούν το σχέδιο, την εκτύπωση… Στη Σχολή Καλών Τεχνών πέρασα με τη θέληση να σπουδάσω χαρακτική. […] Οι εικόνες, μηνύματα και ερεθίσματα που είχα στο μυαλό μου ήταν οι εικόνες από τα αναγνωστικά που έβλεπα στο σχολείο, με Κεφαλληνό, Γραμματόπουλο και μου είχε κάνει εντύπωση το άσπρο μαύρο των πραγμάτων. Η μεγάλη αυτή αντίθεση ήταν πάντα ελκυστική για μένα. Σπούδασα λοιπόν στη Σχολή Καλών Τεχνών, πέντε χρόνια χαρακτική. […] Φεύγοντας από το στρατό, είναι σημαντικό αυτό και κατά τη διάρκεια του στρατού, είχα πει στον πατέρα μου, πήγαινε να μου κάνεις μια αίτηση στο Νομισματοκοπείο (υπηρέτησα σε Τάγμα ανεπιθυμήτων εκείνη την περίοδο στη Ρόδο -μιλάμε για το 1979), γιατί ήθελα να δουλέψω χαράκτης-χαράκτης, […] έκανε ο πατέρας μου την αίτηση και τώρα, να κάνω μια διακοπή εδώ, γιατί από το ‘81 που απολύθηκα μέχρι και το ‘84 που έγινε ο πρώτος δημόσιος διαγωνισμός για το Νομισματοκοπείο, ήταν οι πρώτοι διαγωνισμοί του δημόσιου, για μία θέση, ήμασταν δύο ή τρεις υποψήφιοι, έδωσα εξετάσεις από τις 7 Σεπτεμβρίου μέχρι τις 7 Νοεμβρίου του ‘84, και πήρα τη θέση. Εκεί, εργάστηκα 8 χρόνια. Ταυτόχρονα όμως […] είχα ήδη 2 ή 3 ατομικές εκθέσεις, δούλευα και τα προσωπικά μου θέματα με την επιρροή του μικρού μεγέθους, τη μινιατούρα. Αυτή η προσοχή που ήθελε η χάραξη (εννοεί: της μινιατούρας), μου δημιουργούσε όλη την καλή διάθεση να τη δω σαν κάτι το μυστικό, που θα πλησίαζε ο άλλος, να το διαβάσει από πολύ κοντά. […].

-Ποιές ήταν οι εντυπώσεις σας από τις σπουδές σας στη Σχολή;
-[…]. Στη Σχολή Καλών Τεχνών μπήκα το 1974 και τελείωσα το 1979. Είχα δάσκαλο στη χαρακτική τον Κώστα Γραμματόπουλο. Καλός δάσκαλος, με ενδιαφέροντα περισσότερο σαν άνθρωπος κατά τη γνώμη μου, ήταν πιο ενδιαφέρον ως άνθρωπος, γιατί μου έλεγαν οι παλιότεροι ότι ήταν πολύ καλός κ.λπ., ως δάσκαλος. Η σχέση μου μαζί του ήταν σχέση ανθρώπινη […], αλλά από τον Γραμματόπουλο δε θα ξεχάσω, το γράφω και στις σημειώσεις μου, (ότι) όταν ήρθε η ώρα (γιατί το επαναλαμβάνω, ήθελα να σπουδάσω χαρακτική και η χαρακτική μου ήτανε η μινιατούρα και το σχολικό βιβλίο), και τον ρώτησα, δάσκαλε πώς (εννοεί: πώς θα γίνουν αυτά) μου είπε, άσε βρε παιδί μου, μην ασχολείσαι μ’αυτά τα πράγματα. Για μένα λοιπόν ήταν το έναυσμα αυτό, η απαγόρευση, ν’ ασχοληθώ μ’αυτό. Έτσι ο ταλαίπωρος, ενώ ποτέ δε μού ‘μαθε και δε μού ‘δειξε ούτε καν τα εργαλεία του Κεφαλληνού που υπήρχαν στο εργαστήριο, δε μού ‘δειξε τίποτα, δεν ήθελε να ασχοληθώ -δεν ήθελε να ασχοληθώ-, […] (σου λέει δεν έχει ψωμί αυτή η δουλειά)-, έτσι πήγα και βρήκα τον Τάσσο. Η συνάντησή μου μαζί του ήταν η αποκάλυψη […], μου είπε αυτά που δε μου έλεγε ο Γραμματόπουλος. Μου είπε πώς να φτιάξω τα πρώτα μου εργαλεία. […] Μου είπε πού να πάω να βρω όρθιο ξύλο, τσιμισίρι. Και μ’ έστειλε σ’ ένα μαραγκό που συνεργαζόταν, στο Παγκράτι, […] πήγα λοιπόν και όταν του είπα ότι πάω από τον Τάσσο, μου είπε έχω τσιμισίρι, έχω τα δύο τελευταία κομμάτια. Τον καιρό εκείνο δούλευα βιοποριστικά για μεταξοτυπία, σε μεταξοτυπάδικο, το μεροκάματό μου ήτανε 90 (εννοεί: δραχμές) και το όρθιο ξύλο το ένα, έκανε διακόσιες πενήντα δραχμές. Ήτανε διαστάσεων, οχτώ επί οχτώ εκατοστά. Για να μου το φτιάξει δε λίγο ο μαραγκός, ήθελε άλλες διακόσιες πενήντα δραχμές. Τότε πήγα και αγόρασα το πρώτο μου black and decker. Πενήντα δραχμές. Το πέταξα το 2010, το είχα από το ‘75 μέχρι το 2010. Αγόρασα και ένα τριβείο με το black and decker  και το (εννοεί: το όρθιο ξύλο) λείανα μόνος μου. Για να έχω δε οικονομία πήγα σε έναν άλλο μαραγκό και μου έκοψε αυτά τα ξύλα στα δύο για να διπλασιαστούν οι επιφάνειες. Έτσι από δύο επιφάνειες, είχα τέσσερις. Την πρώτη μου ξυλογραφία που έκανα σε όρθιο ξύλο, με τις λίμες και πρωτόγονα, μου την αγόρασε ο Κώστας Ξυλόπουλος που είχα δάσκαλο στην αγιογραφία. […] Ήταν όμως σημαντικό ότι υπήρχε μία σύμπνοια στην τάξη, στα χρόνια εκείνα των σπουδών, ένας καλός ανταγωνισμός και αυτή η τάξη έβγαλε σπουδαίους, […] τον Σαχίνη, τον Γιανναδάκη, τον Περικλή Γουλάκο, […] πολλούς ανθρώπους με τους οποίους παραμείναμε γνωστοί. […]. Δε θα ήθελα να ξαναγυρίσω στα χρόνια των σπουδών. Δεν μου ήτανε ιδιαίτερα ελκυστικά. Παρακολούθησα τη σχολή ανελλιπώς, δεν έχανα ώρα από τη σχολή, ταυτόχρονα τα βράδια, μετά τις οχτώ που έκλεινε η σχολή, πήγαινα στο Περιστέρι, σε μια αποθήκη και δούλευα για λογαριασμό αγιογράφων και έφτιαχνα αγιογραφίες. Τις ώρες που οι καλοί μου φίλοι και συνάδελφοι μπορούσαν να πάνε σε μια ταβέρνα μετά τις οχτώ, […] δούλευα οχτώμιση με εντεκάμιση, κάθε μέρα, […] παρότι οι γονείς μου ήταν δημόσιοι υπάλληλοι δεν αποκτήσαμε ποτέ σπίτι, ήμαστε με το νοίκι. […].  

-Ποιες ήταν οι κεντρικές σας ιδέες στη χαρακτική:
-Μπορεί στο διάστημα των σπουδών να ασχοληθήκαμε με τα λεγόμενα σπουδαστικά μαχαίρια για να μάθουμε τη δουλειά και να κάνουμε και τις λιθογραφίες μας, τις χαλκογραφίες μας, σε πολλά μας έμαθε ο ανταγωνισμός μας, ο ένας με τον άλλον και αυτό γιατί ήτανε δεμένη η παρέα εκείνης της περιόδου. […] Αν αφήσουμε τη σπουδαστική περίοδο και στο κατόπιν, ότι πηγαίνω στο στρατό για δύο χρόνια, […] δεν άφησα ποτέ τη χαρακτική, η χαρακτική ήτανε η ξεκούραση της ζωής μου, […], στην πορεία των πραγμάτων με απασχόλησε πάρα πολύ η θεματογραφία και η κοινωνική κριτική. Είχα μέσα μου το χλευασμό για τα κοινωνικά πράγματα […] θεωρώ συνειδητό σταθμό στην πορεία μου τη σειρά με τα ποντίκια που είχα χαράξει, ήτανε τα ποντίκια που τρώνε την πόλη από κάτω και την υποσκάπτουν, ήτανε τα ποντίκια που έχουν ανέβει στην πόλη και την τρώνε και στο τέλος είναι τα ποντίκια που έβαλαν στη φάκα, τον άνθρωπο. Δε μου άρεσε η κατάσταση, η κοινωνική και η πολιτική. […] Αυτό λέω και στα παιδιά. Άσχετα με το τι σας βάζω ως σύνθεση, […] αν στην πορεία σας έρχεται κάτι να το κάνετε, κάντε το αμέσως, είναι σαν το όνειρο, στο όνειρο δεν κάνεις συμβόλαιο, […] μην κολλάς επάνω σε μια σχολή που την τρυγάς, την τρυγάς, […]. Οι συμβολισμοί μου ήταν ήλιοι, φεγγάρια, δάπεδα με τα πλακάκια, […] τα πλακάκια με βοηθούσαν συνθετικά, -για μένα ήταν η σκακιέρα. Κάθε ειρωνεία στο δάπεδο που θα μπορούσε να συμβεί, ήταν δραπέτευση από τη λογική. Αλλά ταυτόχρονα το δάπεδο ήταν η άγνωστη κατάσταση που εξελίσσεται και ελίσσεται. […] Αρκετά φορές επίσης χρησιμοποίησα τη σκάλα. Είναι η ουρανομήκης κλίμακα, από κάτω προς τα πάνω, […] Τις τεχνικές που χρησιμοποιούσα, πλην της μεταξοτυπίας, τις έχω χρησιμοποιήσει όλες. Καθεμία, μου έδινε διαφορετικό έναυσμα. […] Θέλησα να εκμεταλλευτώ το υλικό σαν μέσο εικαστικής προσέγγισης, δηλαδή το υλικό το ίδιο, μου έδινε εικόνα. […] Τι εικόνα έδινε; Θεωρώ ότι η (εννοεί: ίδια) γραμμή επάνω σε ένα διαφορετικό (εννοεί: κάθε φορά) υλικό, (εννοεί: έχει διαφορετικά αποτελέσματα), το ίδιο αυτό καθεαυτό (εννοεί: υλικό), ορίζει και μια αισθητική. Έτσι, τα υλικά που χρησιμοποίησα ήταν υλικά που μέσα μου δρούσαν αρχέγονα, πρωτόγονα, […] μπορεί να ήταν δίπλα μου ένα ξύλο μισοτελειωμένο, ένα ξύλο για τύπωμα και εγώ, εκείνη τη στιγμή, να έπιανα να κάνω μια μινιατούρα. Δεν έχω στεγανά σ’αυτό. […] Μου αρέσει να ερευνώ, σε σχέση με τα μοντέρνα υλικά (δε θα αναφερθώ στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, το θεωρώ ανάξιο λόγου να αναφερθώ), υπάρχουν όμως άλλα υλικά τα οποία εγώ, αν συναντούσα τον Dürer, θα τον ρωτούσα: αν δε σου έδινα ένα πλάγιο ξύλο να χαράξεις και σου έδινα και ένα πλεξιγκλάς, τι θα έκανες; […] Έχω εργαλεία του Κορογιαννάκη, έχω εργαλεία του Κεφαλληνού, έχω εργαλεία τουΟρφανού, όταν πιάνω τα εργαλεία μου να χαράξω, για μένα είναι ένα μνημόσυνο. Όποτε πιάνω το εργαλείο που είχα στο Νομισματοκοπείο -και έχω ακόμα-, όταν χαράζω, τότε μέσα μου αισθάνομαι ότι πρέπει να συντρέχει και ο πρώην ιδιοκτήτης του εργαλείου, τους μνημονεύω αρκετά συχνά, γιατί ζω με τα πράγματά τους. Και αυτό για μένα είναι κάτι. […] Επειδή ιστορικά η χαρακτική στην Ελλάδα δεν είχε την παράδοση που είχε στην Ευρώπη, ήρθε με καθυστέρηση πολλών αιώνων, παρότι είμαστε στο 2011, αισθάνομαι και νομίζω ότι θα πρέπει να το αισθάνονται οι συνάδελφοί μου αυτό, ότι δηλαδή η παράδοση τώρα φτιάχνεται, -για τους επόμενους. Έχουμε όλα τα καλά παραδείγματα των προπολεμικών χαρακτών, αλλά η σχέση μας με την Ευρώπη είναι νεότατη. […]

-Ποια είναι η σχέση -όταν υπάρχει- ανάμεσα στην τεχνική και το θέμα;
-Ως προς την επιλογή του θέματος, παραδείγματος χάριν, όταν θέλω να κάνω ένα νυχτερινό τοπίο, με χρώματα επίσης, θα έπρεπε να δράσω με ελεύθερο το χέρι μου, όχι να το εκτελέσω απλά, το λογικό είναι ότι αυτό με οδηγούσε στη λιθογραφία. Μπορεί να με οδηγούσε και στην ξυλογραφία, αν έβρισκα το ξύλο το κατάλληλο με τους ρόζους που θα ανάγκαζε με τα νερά του, όταν το τυπώσω, να μοιάζει με θάλασσα. Κατόπιν βρήκα τον τρόπο, όταν θέλω να εκφραστώ στο ξύλο, να χρησιμοποιήσω ένα ηλεκτρικό εργαλείο για να δουλέψω πιο γρήγορα πάνω στο ξύλο. Αν πάλι ήθελα να κάνω κάτι γραμμικό, με πολύ λεπτή γραμμή, αν ήθελα να είναι γρήγορο και ελεύθερο, θα χάραζα σε πλεξιγκλάς είτε σε χαλκό με βελόνα. Αν ήθελα όμως κάτι να έχει βαρύτητα, πυκνότητα, και να έχει και τη γοητεία της τεχνικής, θα κατέληγα να το κάνω με καλέμι πάνω σε μέταλλο, γιατί μου δίνει τη δυνατότητα να κάνω όλα τα γκρίζα, και συνειδητά. […] Γι αυτό και λέω στους σπουδαστές, η τεχνική του καλεμιού, η τεχνική του burin πάνω στο μέταλλο, είναι παιδαγωγική εργασία, είναι χρονοβόρα, σε κάνει να κρύψεις τη βιασύνη σου και να τιθασεύσεις το χαρακτήρα σου, για να ‘χεις σκοπό, γιατί η Ιθάκη είναι μακριά. Είναι βδομάδες δουλειά το να παίξεις με το καλέμι , άρα πρέπει να έχεις υπομονή τεράστια. [….]

-Η λιθογραφία είναι χαρακτική τεχνική;
-Η λιθογραφία κανονικά, δεν είναι χαρακτική, διότι δεν εμπίπτει σ’αυτό που λέμε χάραξη, αφαίρεση υλικού, προκειμένου να σχηματιστεί σφραγίδα, η μήτρα. Όμως, επειδή η χαρακτική είχε σαν αποστολή της, την ξυλογραφία, πηγαίνω στον Γουτεμβέργιο, όπου Γουτεμβέργιος είναι ξυλογραφία και αναπαραγωγή. Ότι στην προηγούμενη εποχή σήμαινε τυπώνω και έχω τη δυνατότητα να το αναπαράγω, το ένταξαν στη χαρακτική. […]

* Ομότιμος Καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου